Παιδικά τραγούδια
Κατασκήνωση ΧΑΝΘ στο Πήλιο, 1929.
Πηγή Lifo.
Κατασκήνωση ΧΑΝΘ στο Πήλιο, 1929.
Πηγή Lifo.
Εθνικός ύμνος
Σε γνωρίζω από την κόψη του σπαθιού την τρομερή, σε γνωρίζω από την όψη που με βια μετράει τη γη. Aπ' τα κόκκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά και σαν πρώτα ανδρειωμένη χαίρε, ω χαίρε, ελευθεριά. • μουσική Νικόλαος Μάντζαρος, στίχοι Διονύσιος Σολωμός • Εθνικός ύμνος ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Βάρκα προσμένει Βάρκα προσμένει στο περιγιάλι για να μας φέρει μακριά, όλοι με γέλια και με τραγούδια εμπρός ανοίξτε τα πανιά. Φύσα αεράκι δροσερό στης βάρκας μας τ’ άσπρα πανιά για να μας φέρεις σ’ άγνωστα μέρη όλους μ’ ελπίδα στην καρδιά. Έχει συντρόφους για το ταξίδι άσπρα ολόλευκα πουλιά που συντροφεύουν τους ταξιδιώτες πέρα στ’ αντίπερα βουνά. • Βάρκα προσμένει ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Βαρκούλα απόψε στ' όνειρο Βαρκούλα απόψε στ’ όνειρο θα ’ρθει για να με πάρει, βαρκούλα ζωγραφιά, κι ίσια στην Πόλη θα με πάει του Αγίου Νικόλα η χάρη για την Αγιά Σοφιά. Σημαίνει ο Θεός, σημαίνει η γη, παρηγοριά στο σκλάβο, γιαλέσα με κουπιά, να φτάσουμε στην Ανάσταση, να μπω να μεταλάβω, κι ας ξεψυχήσω πια. Να φτάσω στο Χερουβικό που ατέλειωτο έχει μείνει και να λειτουργηθώ, απόψε ο ύπνος μου βαθύς, πολύ βαθύς ας γίνει γλυκά να κοιμηθώ. • Βαρκούλα απόψε στ' όνειρο ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Βγαίνει η βαρκούλα (Ο ψαράς) στίχοι Ιωάννης Πολέμης Bγαίνει η βαρκού' βγαίνει η βαρκούλα του ψαρά από το περιγιάλι, βαρκούλα, βαρκούλα, από το περιγιάλι, βαρκούλα του ψαρά, κι απλώνει ο να’ κι απλώνει ο ναύτης με χαρά τα δίχτυα του και πάλι, βαρκούλα, βαρκούλα, τα δίχτυα του και πάλι, βαρκούλα του ψαρά. Tο φεγγαρά' το φεγγαράκι το γιαλό τον κάνει σαν καθρέφτη, βαρκούλα, βαρκούλα, τον κάνει σαν καθρέφτη, βαρκούλα του ψαρά, και κάθε ψά' και κάθε ψάρι παχουλό μέσα στα δίχτυα πέφτει, βαρκούλα, βαρκούλα, μέσα στα δίχτυα πέφτει, βαρκούλα του ψαρά. Tράβα το δί' τράβα το δίχτυ σου ψαρά κι αγάλια να μη σπάσει, βαρκούλα, βαρκούλα, κι αγάλια να μη σπάσει, βαρκούλα του ψαρά, θαρρώ πως τού' θαρρώ πω τούτη τη φορά χιλιάδες έχεις πιάσει, βαρκούλα, βαρκούλα, χιλιάδες έχεις πιάσει βαρκούλα του ψαρά. Πολύ κουράστηκες ψαρά, τα ψάρια είναι δικά σου και πούλα τα στην αγορά, να θρέψεις τα παιδιά σου. • Βγαίνει η βαρκούλα ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Δέηση Μήτερ αγία θεία προστάτις, γονυπετείς δεόμεθά σου αγνή Μαρία, σκέπη γενού, μήτερ γλυκεία, σκέπη γενού. Αγνή Μαρία, σκέπη γενού, μήτερ γλυκεία, σκέπη γενού, δεόμεθα, γενού ημίν.
Εξεκίνησα να πάω Εξεκίνησα να πάω στο μικρό μου το χωριό, τα παλιά να ξαναζήσω τους γονείς μου να φιλήσω που 'χα χρόνια να τους δω. Σαν περνώ με χαιρετούνε κάμποι, δάση και βουνά, όλοι με καλωσορίζουν και χαρούμενα γαβγίζουν του χωριού μου τα σκυλιά. Στη μικρή μας εκκλησούλα πρώτα, πρώτα σταματώ και με πίστη στην καρδιά μου προσκυνώ την Παναγιά μου που με φύλαξε γερό. • Εξεκίνησα να πάω ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Έσβησε το φως του ήλιου Έσβησε το φως του ήλιου στ’ απαλό το δειλινό κι όλα σώπασαν κι ακούνε το γλυκό εσπερινό. Αλληλούια, αλληλούια, αλληλούια. Μες στο βράδυ μια καμπάνα, θείο στόμα που αντηχεί, σαν αντίλαλος που στέλνει στο Θεό μια προσευχή. Αλληλούια… Μες στην πάλλευκη εκκλησούλα δύο χεράκια ταπεινά δέονται μες στο σκοτάδι στο Χριστό, στην Παναγιά. Αλληλούια… • Έσβησε το φως του ήλιου ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Η Άνοιξη μουσική Wolfgang Amadeus Mozart στίχοι Άγγελος Βλάχος Ήρθε πάλι η Άνοιξη, ήρθαν τα λουλούδια, πράσινα η γη φορεί και ανθίζει το κλαρί, και παντού χαράς χοροί και χαράς τραγούδια. Έλιωσαν στις κορυφές των βουνών τα χιόνια, άνοιξε η τριανταφυλλιά και στην πρώτη τους φωλιά ήρθαν πάλι τα πουλιά, κι ήρθανε τ' αηδόνια. Όλη η φύση χαρωπή χαίρεται και ψάλλει, ψάλλετε κι εσείς παιδιά με χαρούμενη καρδιά, ο Χειμώνας τα κλαδιά θα μαράνει πάλι. • Η Άνοιξη ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Η πρωία Ο ήλιος τα βουνά χρυσώνει, η μέρα λάμπει ευειδής, υμνεί τα κάλλη της τ' αηδόνι, σήκω παιδί μου να ιδείς. Με στόματα άπειρα η φύση τον Πλάστη της δοξολογεί, ω! σήκω να ευχαριστήσεις Εκείνον που μας ευλογεί. Σήκω ν' ακούσεις μελωδία, σήκω τη φύση να χαρείς, σήκω να πνεύσεις ευωδία, σήκω παιδί μου ενωρίς. Η ώρα ειν' ευλογημένη, όποιος σηκώνεται πρωί, εκείνον η ζωή ευφραίνει, εκείνος κόσμον εννοεί.
Ήταν ένα καράβι παιδιά Ήταν ένα καράβι, παιδιά, ήταν ένα καράβι, γλάρο το λέγανε, κάνε μια καντηλίτσα, γλάρο το λέγανε, κάνε μια καντηλιά. Στο πρώτο του ταξίδι, παιδιά, στο πρώτο του ταξίδι, κόπηκαν τα σχοινιά, κόπηκαν τα σχοινιά,κάνε μια καντηλιά. Στο δεύτερο ταξίδι, παιδιά, στο δεύτερο ταξίδι, σκίστηκαν τα πανιά, κάνε μια καντηλίτσα, σκίστηκαν τα πανιά, κάνε μια καντηλιά. Στο τρίτο του ξαξίδι, παιδιά, στο τρίτο του ταξίδι, σπάσανε τα κουπιά, κάνε μια καντηλίτσα, σπάσανε τα κουπιά, κάνε μια καντηλιά. Στο τέταρτο ταξίδι, παιδιά, στο τέταρτο ταξίδι, βούλιαξε στα βαθιά, κάνε μια καντηλίτσα, βούλιαξε στα βαθιά, κάνε μια καντηλιά.
Η αυτάρκεια Στη ζωή σου αν ποθείς ευτυχής να ζήσεις μή ζητείς να δοξασθής, μήτε να πλουτίσεις, ας σου είναι αρκετά μόνον όσα έχεις, μη ζητείς τα περιττά, μη κατόπιν τρέχεις. Κοίταξε πώς τα πτηνά τρέχουν εις τα νέφη, δι' αυτά τις μεριμνά, ο Θεός τα τρέφει, ο Θεός και δι' ημάς μεριμνά, ησύχει, δίχως πλούτη και τιμάς ζήσε και ευτύχει.
Ήταν ένα μικρό καράβι Ήταν ένα μικρό καράβι, που ήταν αταξίδευτο, ωέ-ωέ, ωέ-ωέ!!! Kι έκαν' ένα μακρύ ταξίδι, μέσα εις τη Mεσόγειο. Kαι σε πέντ' έξι εβδομάδες, σωθήκαν όλες οι τροφές, Kαι τότε ρίξανε τον κλήρο να δούνε ποιος θα φαγωθεί. Kι ο κλήρος πέφτει στον πιο νέο που ήταν αταξίδευτος. Kι αν σας αρέσει αυτ' η ιστορία την ξαναλέμε απ' την αρχή.
|
Θεέ την ώρα ετούτη
μουσική Δημήτριος Παναγιωτόπουλος στίχοι Στέλιος Σπεράντζας Θεέ την ώρα ετούτη στην καρδιά, στην άδολη καρδιά μας φανερώσου καί δώσε μας την άγια Σου ευωδιά και χάρισε μας φως από το φως Σου. Η φύση εμπρός μας άνοιξε ως ναός, Εσύ τόν ήλιο ετούτο έχεις πλάσει, Εσύ ’σαι της αγάπης ο Θεός που τη φωνή Σου ακούμε μες στα δάση. Εξαίσια όλα τα έργα Σου κι ο νους κοιτώντας θαμπωμένος τι έχει γίνει, κοιτώντας τα βουνά, τους ουρανούς, μιαν άπειρη δοξάζει καλοσύνη. Ω Πλάστη δέξου αυτή την προσευχή, μια προσευχή λευκή σαν το χαλάζι, [που ολόθερμα η καθάρια μας ψυχή, ως τα σκαλιά του θρόνου Σου ανεβάζει]. Χ2 • Θεέ την ώρα ετούτη ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Μια ωραία πεταλούδα Mια ωραία πεταλούδα, μια ωραία πεταλούδα, μια ωραία πεταλούδα σ' ένα κάμπο μια φορά καμαρώνει και απλώνει τα γαλάζια της φτερά. Όλο τον καιρό γυρίζει, όλο τον καιρό γυρίζει, όλο τον καιρό γυρίζει και τα άνθη χαιρετά, πότε κάθεται στο ένα, πότε φεύγει και πετά. Kι όταν έρθει ο χειμώνας, κι όταν έρθει ο χειμώνας, κι όταν έρθει ο χειμώνας πέφτει κάτω και ψοφά, κι όταν έρθει καλοκαίρι ζωντανεύει και πετά.
Ο κούκος Βαθιά στο δάσος κελαηδεί το μαύρο ολοημερής, πουλί δε βλέπει πουθενά πλην όσο προχωρείς, μες απ' τα δεντρα μια φωνή σε θέλγει πάντα σιγανή, κούκου, κούκου, κούκου, κούκου, κούκου. Τα δάση λάμπουν στις λοξές ακτίνες της αυγής κι η αύρα παίζει τις βραδιές με τη δροσιά της γης, όμως και βράδυ και πρωί πάντοτε ακούγεται η βουή, κούκου, κούκου, κούκου, κούκου, κούκου. Βαθιά κι αόρατη φωνή λες κι είναι ξωτικό και σε παλάτι προσκαλεί κρυφό και μαγικό, που δεν πατεί ποτέ ψυχή πλην στ' όνειρο κι όταν ηχεί, κούκου, κούκου, κούκου, κούκου, κούκου. Είναι του δάσους το στοιχειό που ψάλλει χαρωπό την ποίηση της μοναξιάς στου δάσους το σκοπό γιατί είναι τόσο φυσική στα δάση τέτοια μουσική, κούκου, κούκου, κούκου, κούκου, κούκου. • Ο Κούκος ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Ο σπίνος Σε φουντωμένο δένδρου κλωνάρι κάθεται σπίνος και κελαηδεί, τόσην ακούει τέχνη και χάρη και πλησιάζει ένα παιδί. Σπίνε μ’ αρέσει το ψάλσιμό σου, όλα τα λέγεις, όλα καλά, μα ποίος είναι διδάσκαλός σου που σου μαθαίνει ΔΙ ΓΑ ΒΟΥ ΠΑ; Μάθε παιδάκι, διδάσκαλός μου που μου μαθαίνει τη μουσική είναι ο Πλάστης όλου του κόσμου, η εύνοιά Του η πατρική. • Ο σπίνος ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ |