Αιγαίο-Μικρασία-Σποράδες-Εύβοια-Πήλιο-Κυκλάδες
Από την ανακάλυψη της ναυσιπλοΐας στην αρχαιότητα, το Αιγαίο είναι η θάλασσα που ενώνει δυο ηπείρους. Με 3.000 μικρά και μεγάλα νησιά έχει αναπτύξει έντονο το στοιχείο της ιδιαιτερότητας κάθε τόπου. Οι άνθρωποι… γαντζωμένοι λες πάνω στις στεριές και στους αγριόβραχους, ίδια υπερασπίζονται και τον τοπικό τους πολιτισμό, τις μουσικές, τα τραγούδια, τους χορούς, τα ενδύματα κλπ.
Τα τραγούδια της Μικρασίας, έχουν ταξιδέψει, σαν τα μελτέμια εδώ και αιώνες, στα νησιά του Αιγαίου και μέχρι τη νησιωτική και ηπειρωτική Ελλάδα.
Σήμερα, εκτός από τα τραγούδια που μετέφεραν οι πρόσφυγες, άμεσα επηρεασμένα από τη Μικρασία, είναι τα μεγάλα νησιά Λέσβος, Λήμνος, Χίος, Σάμος, Ίμβρος, Τένεδος, και Ικαρία. Άλλα βρίσκονται έχουν εγκατασταθεί στις Σποράδες και την Εύβοια.
Πολυάριθμα εξάλλου είναι και τα νησιά των Κυκλάδων στο κέντρο του Αιγαίου. Από αυτά τα μεγαλύτερα είναι η Αμοργός, Ανάφη, Άνδρος, Αντίπαρος, Δονούσα, Ηρακλειά, Θηρασιά, Ίος, Κέα, Κίμωλος,
τα Κουφονήσια, η Κύθνος, Μήλος, Μύκονος, Νάξος, Πάρος, Σαντορίνη, Σέριφος, Σίκινος,
Σίφνος, Σύρος, Σχοινούσα, Τήνος, Φολέγανδρος.
Στολίδια της Άσπρης Θάλασσας, με τους κατοίκους γαντζωμένους πάνω τους.
Τα τραγούδια και οι μουσικές του Αιγαίου είναι αυτά που η σημερινή Αθήνα αισθάνεται σαν δικά της, περισσότερο απ' όλα τ' άλλα. Δεν ξεχνάμε ότι και οι αρχαίοι Αθηναίοι, θεωρούσαν τους εαυτούς τους Ίωνες…
Μια άλλη συνέχεια της μικρασιατικής παράδοσης είναι το ρεμπέτικο τραγούδι. Επειδή συγχέουμε το ρεμπέτικο με το λαϊκό, και επειδή πολλά ρεμπέτικα τραγούδια ανήκουν σε επώνυμους δημιουργούς, τείνουμε να θεωρήσουμε το ρεμπέτικο τραγούδι ξέχωρο από τη μικρασιάτικη παράδοση, πράγμα κατά τη γνώμη μας λάθος.
• Περιηγηθείτε στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης.
• Άλλα κυκλαδικά ευρήματα βρίσκονται στην Κύπρο,
στο Μουσείο Μπενάκη και σε πολλά μουσεία στον κόσμο.
Από την ανακάλυψη της ναυσιπλοΐας στην αρχαιότητα, το Αιγαίο είναι η θάλασσα που ενώνει δυο ηπείρους. Με 3.000 μικρά και μεγάλα νησιά έχει αναπτύξει έντονο το στοιχείο της ιδιαιτερότητας κάθε τόπου. Οι άνθρωποι… γαντζωμένοι λες πάνω στις στεριές και στους αγριόβραχους, ίδια υπερασπίζονται και τον τοπικό τους πολιτισμό, τις μουσικές, τα τραγούδια, τους χορούς, τα ενδύματα κλπ.
Τα τραγούδια της Μικρασίας, έχουν ταξιδέψει, σαν τα μελτέμια εδώ και αιώνες, στα νησιά του Αιγαίου και μέχρι τη νησιωτική και ηπειρωτική Ελλάδα.
Σήμερα, εκτός από τα τραγούδια που μετέφεραν οι πρόσφυγες, άμεσα επηρεασμένα από τη Μικρασία, είναι τα μεγάλα νησιά Λέσβος, Λήμνος, Χίος, Σάμος, Ίμβρος, Τένεδος, και Ικαρία. Άλλα βρίσκονται έχουν εγκατασταθεί στις Σποράδες και την Εύβοια.
Πολυάριθμα εξάλλου είναι και τα νησιά των Κυκλάδων στο κέντρο του Αιγαίου. Από αυτά τα μεγαλύτερα είναι η Αμοργός, Ανάφη, Άνδρος, Αντίπαρος, Δονούσα, Ηρακλειά, Θηρασιά, Ίος, Κέα, Κίμωλος,
τα Κουφονήσια, η Κύθνος, Μήλος, Μύκονος, Νάξος, Πάρος, Σαντορίνη, Σέριφος, Σίκινος,
Σίφνος, Σύρος, Σχοινούσα, Τήνος, Φολέγανδρος.
Στολίδια της Άσπρης Θάλασσας, με τους κατοίκους γαντζωμένους πάνω τους.
Τα τραγούδια και οι μουσικές του Αιγαίου είναι αυτά που η σημερινή Αθήνα αισθάνεται σαν δικά της, περισσότερο απ' όλα τ' άλλα. Δεν ξεχνάμε ότι και οι αρχαίοι Αθηναίοι, θεωρούσαν τους εαυτούς τους Ίωνες…
Μια άλλη συνέχεια της μικρασιατικής παράδοσης είναι το ρεμπέτικο τραγούδι. Επειδή συγχέουμε το ρεμπέτικο με το λαϊκό, και επειδή πολλά ρεμπέτικα τραγούδια ανήκουν σε επώνυμους δημιουργούς, τείνουμε να θεωρήσουμε το ρεμπέτικο τραγούδι ξέχωρο από τη μικρασιάτικη παράδοση, πράγμα κατά τη γνώμη μας λάθος.
• Περιηγηθείτε στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης.
• Άλλα κυκλαδικά ευρήματα βρίσκονται στην Κύπρο,
στο Μουσείο Μπενάκη και σε πολλά μουσεία στον κόσμο.
Δημοτικά τραγούδια Αιγαίου-Μικρασίας-Σποράδων-Εύβοιας-Πηλίου-Κυκλάδων
Αγάπη είχα κι έχασα
(Ντούνες και ντούνες) Aγάπη είχα κι έχασα από την αμελιά μου, τώρα τη βλέπω σ’ άλλονε και καίγετ’ η καρδιά μου, ντούνες και ντούνες, μα την Παναγιά, φαραώ και μπαγιαντέρα έχεις τα μαλλιά. O ουρανός κι αν κατεβεί κι η γης ανέβει απάνω, δεν σε αρνούμαι μάτια μου, εκτός αν αποθάνω, έλα να σε φιλήσω και φίλα με κι εσύ, και σαν το μαρτυρήσω, μαρτύρα το κι εσύ. Όλος ο κόσμος με ρωτά τι έχω κι όλο λυώνω, μα τη φωτιά που μ’ άναψες δεν τήνε φανερώνω, ο ήλιος βασιλεύει στην άκρη του γιαλού, πουλί μου αγαπημένο μην αγαπάς αλλού. Aλοίμονο όποιος το πει πως ειν’ γλυκιά η αγάπη, εγώ που τη δοκίμασα είναι πικρή φαρμάκι, ο ήλιος βασιλεύει κι η μέρα σώνεται, κι ο νους μου στο κεφάλι δεν π'ριμαζώνεται.
Αηδόνια μου γλυκόλαλα Αηδόνια μου γλυκόλαλα, χαρούμενα πουλάκια, σωπάσετε, σιγήσετε, αηδόνια μου, κι όλα ν’ αφουγκραστείτε. Ν’ ακούστε το τραγούδι μου το παραπονεμένο και μια στερνή παραγγελιά, αηδόνια μου, από ’ναν λαβωμένο. Να πάτε στη μανούλα μου, στ’ αδέρφια μου να πάτε, και το πικρό τραγούδι μου, αηδόνια μου, γλυκά να τραγουδάτε. • Αηδόνια μου γλυκόλαλα ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΜΟΥΣΙΚΗ Αλατσατιανή Στ’ Αλάτσατα στην Παναγιά, στ’ αγιόδημ’ από πίσω, έχω φυτέψει λεμονιά και πάω να την ποτίσω, άιντε, άιντε γκιντελίμ, Αλατσατιανή, θα σε κλέψω δεν σ’ αφήνω, Πανωχωριανή. Kακόβολέ μου Nτουσεμέ με τις ανηφοριές σου, κάνε κι εμένα γείτονα με τη γειτόνισσά σου. Στ’ Αλάτσατα ειν’ ένα βουνό, Kαρανταή το λένε, που παν’ οι Αλατσατιανές και τον καημό τους λένε. • αγιόδημα = άγιο βῆμα • γκιντελίμ = να πάμε • ντουσεμές = δύσβατος ανηφορικός δρόμος • Αλατσατιανή ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Από ξένο τόπο Από ξένο τόπο κι απ’ αλαργινό ήρθ’ ένα κορίτσι, φως μου, δώδεκα χρονώ. Έχει μαύρα μάτια και σγουρά μαλλιά και στο μάγουλό του, φως μου, έχει μιαν ελιά. Δεν μου τη δανείζεις, δεν μου την πουλάς την ελίτσα που ’χεις, φως μου, και με τυραννάς. Δεν σου τη δανείζω, δεν σου την πουλώ, μον’ να τη χαρίσω θέλω σε κείνον π’ αγαπώ. • Από ξένο τόπο ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Από τα γλυκά σου μάτια Κυκλάδων Από τα, από τα γλυκά σου μάτια τρέχει αθάνατο νερό, και σου ζήτησα λιγάκι και δεν μου ’δωσες να πιω, σαν ερχόμουν χτες το βράδυ μ’ έπιασε ψιλή βροχή, το Θεό παρακαλούσα για να σ’ εύρω μοναχή. • Από τα γλυκά σου μάτια ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Από τα γλυκά σου μάτια Αϊντίνικο Aπό τα γλυκά σου μάτια, ωχ, αμάν αμάν, τρέχει αθάνατο νερό, ω, ω, ωχ, αμάν αμάν. Kαι σου ζήτησα λιγάκι ωχ, αμάν αμάν, και δεν μου 'δωσες να πιω. • Από τα γλυκά σου μάτια ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Αραμπάς περνά Αραμπάς περνά σκόνη γίνεται, σήκωσ' το φουστανάκι σου να μη σκονίζεται, αραμπάς περνά, αραμπατζής κουτσός, στην πάντα κοριτσάκια να μη σας πάρει ομπρός. Αραμπάς περνά με τα φρόκαλα, εβγάτε Φασουλιώτισσες με τα τσόκαρα, δεν σου το 'πα μια μες στον Κασαμπά, δεν σου το 'πα τρεις να μην παντρευτείς. • Αραμπάς περνά ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Αράπικο • Αράπικο (οργανικό, Λέσβος) ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Αρχίνα γλώσσα μου γλυκιά Αρχίνα γλώσσα μου γλυκιά κι αχείλι μου μελέτα, κι εσύ καημένη μου καρδιά όσα κι αν ξέρεις πες τα, τα μάτια βάζεις κάτω και την τσεμπερωσιά, την εδική σου γνώμη δεν την αλλάζεις πια. Τραγούδια και παινέματα ξέρω κι εγώ καμπόσα, μα δεν μ’ αφήνει να τα πω η ταπεινή μου γλώσσα, γλυκά, γλυκά με βλέπεις και μου χαμογελάς, με τα φερσίματά σου δείχνεις πως μ’ αγαπάς. Σαν τι τραγούδι να σου πω πουλί μου να σ’ αρέσει, που ’χεις αγγελικό κορμί και δαχτυλίδι μέση, έβγα στο παραθύρι κρυφά ’απ’ τη μάνα σου και κάνε πως ποτίζεις τη ματζουράνα σου. Ποια ειν’ αυτή που πρόβαλε και στο χορό εμπήκε, κι από τις νοστιμάδες της ο ήλιος δεν εβγήκε, έλα να σε φιλήσω και φίλα με κι εσύ, και σαν το μαρτυρήσω, μαρτύρα το κι εσύ. • Αρχίνα γλώσσα μου γλυκιά ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Αυτά τα μάτια τα γλυκά Αυτά τα μάτια τα γλυκά, κέρνα μας, κόρη, κέρνα μας, αχ, να γίνονταν δικά μου, κέρνα παπαδιά τ’ ασίκικα παιδιά, άιντε ώπλες, άιντε ώπλες, άιντε ώπλες, θα σου πάρω πασουμάκια και παντόφλες. Όποιος δεν είναι μερακλής, κέρνα μας κόρη κέρνα μας, αχ, του πρέπει να πεθάνει, κέρνα παπαδιά τ’ ασίκικα παιδιά, άιντε ώπλες, άιντε ώπλες, άιντε ώπλες, θα σου πάρω πασουμάκια και παντόφλες. Γιατί σε τούτο το ντουνιά, κέρνα μας, κόρη, κέρνα μας, αχ, τον τόπο τσάμπα πιάνει, κέρνα παπαδιά τ’ ασίκικα παιδιά, άιντε ώπλες, άιντε ώπλες, άιντε ώπλες, θα σου πάρω πασουμάκια και παντόφλες, θα σου πάρω πασουμάκια και παντόφλες, άιντε ώπλες, άιντε ώπλες, άιντε ώπλες. • Αυτά τα μάτια τα γλυκά (Άιντε ώπλες) ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Βεγγέρα Τι να ’ν’ αυτό που νοσταλγώ, και, και θέλω να ’μαι στο χωριό, και, και θέλω να ’μαι στο χωριό, α’ άμα βραδυάζει η μέρα, άμα βραδυάζει η μέρα. Ίσως θυμάμαι τις βραδυές, πα’ παρέα με τις κοπελιές, πα’ παρέα με τις κοπελιές, πα’ που κάναμε βεγγέρα, που, που κάναμε βεγγέρα. Στο σπίτι της κυρα Μαριάς, το, το πιο καλό της γειτονιάς, το, το πιο καλό της γειτονιάς, πη’ πηγαίναμε τα βράδυα, πηγαίναμε τα βράδυα. Κι ανάβαν σαν ηλεκτρικά, τα, τα τόσο συμπαθητικά, τα, τα τόσο συμπαθητικά, στα, στα βόλτα τα λυχνάρια, στα βόλτα τα λυχνάρια. Η μια μαντήλια έδενε, κι η, κι η άλλη ρόκα έκανε, κι η, κι η άλλη ρόκα έκανε και, κι εγώ σου τραγουδούσα, κι εγώ σου τραγουδούσα. Και πέταγα στα σύννεφα κο’ κοντά μου όσο σ’ ένιωθα, κο’ κοντά μου όσο σ’ ένιωθα, που, που τόσο σ’ αγαπούσα, που τόσο σ’ αγαπούσα. • τα βόλτα = οι καμάρες των παλιών μαγαζιών • Βεγγέρα ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Γιαρούμπι Δεν ημπορώ, δεν ημπορώ τα μάτια μου, ψηλά να τα σηκώσω, βάι, αμάν, αμάν, και της καημέ’ και της καημένης μου καρδιάς, αγέρα να της δώσω, βάι, αμάν, αμάν, γιαρούμπι χάνομαι, γιαρούμπι πεθαίνω, εγώ για σένανε σκίζω τη γης και μπαίνω, γιαρούμπι, τα ποτήρια σπάστα, με τα χεράκια σου. Ποια θάλασσα, ποιος ποταμός, ποια βρύση δεν θολώνει, ποιος έχει αγάπη στην καρδιά, και δεν το φανερώνει, ποιος πληγωμένος έγιανε, να ’χω κι εγώ το θάρρος, να ’χω κι εγώ παρηγοριά πως δεν με παίρνει ο χάρος. • γιαράς (γιαρές, γιαρά) (τουρκ.) = τραύμα, πληγή < γιαραντίζω = καταντώ, < γιαρ • Γιαρούμπι ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Γιωργίτσα Εγώ ’λεγα να σ’ αγαπώ, Γιωργίτσα μου, κανείς να μην, κανείς να μην το ξέρει, τώρα το μάθανε οι δικοί, Γιωργίτσα μου, το μάθανε, το μάθανε κι οι ξένοι, έλα Γιούλα, Γιούλα, Γιούλα, έλα πάρε με, άνοιξε τίς δυο σου αγκάλες, μέσα βάλε με. Tο γιασεμί στην πόρτα σου, Γιωργίτσα μου, άνθισε και, άνθισε και θα δέσει, τ’ αγγελικό σου το κορμί, Γιωργίτσα μου, στα χέρια μου, στα χέρια μου θα πέσει. Mάζεψε συ τα γιασεμιά, Γιωργίτσα μου, κι εγώ τα βε’ κι εγώ τα βελονιάζω, πούλησε την αγάπη σου, Γιωργίτσα μου, κι εγώ την α’ κι εγώ την αγοράζω. • Γιωργίτσα ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Δεν σε θέλω πια Απ' τα πολλά που μου 'χεις καμωμένα, δεν σε θέλω πια, δεν σε θέλω πια, τα σωθικά μου τα 'χεις μαυρισμένα, δεν σε θέλω πια, δεν σε θέλω πια. Δε μ’ αρέσουν πλέον τα γινάτια δεν ποθώ τα δυο γλυκά σου μάτια, παίζω και γελώ κι άλλην αγαπώ μάθε κι άλλη μια πως δεν σε θέλω πια. Τι μου το λες πως δεν μπορείς να ζήσεις δεν σε θέλω πια, δεν σε θέλω πια, με φοβερίζεις πως θ' αυτοκτονήσεις, δεν σε θέλω πια, δεν σε θέλω πια. Δεν μ' αρέσουν… Αλλού να βρεις τα νάζια σου να κάνεις, δεν σε θέλω πια, δεν σε θέλω πια, το ίδιο το 'χω αν ζήσεις κι αν πεθάνεις δεν σε θέλω πια, δεν σε θέλω πια. • Δεν σε θέλω πια ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Δώδεκα ευζωνάκια Δώδεκα ευζωνάκια τ' αποφασίσανε, στον πόλεμο να πάνε, Παναγιά μου, να πολεμήσουνε. Στο δρόμο που πηγαίνουν, στη Mαύρη Θάλασσα, Tούρκων καράβια βλέπουν, Παναγιά μου, μ' ασκέρια περισσά. Δεν κλαίω το καράβι, δεν κλαίω τα πανιά, μον' κλαίω τα ευζωνάκια, Παναγιά μου, τ' ανήλικα παιδιά. Bοήθα Παναγιά μου, να ταγλυτώσουμε, κι όλα σου τα καντήλια, Παναγιά μου, να στ' ασημώσουμε. • Δώδεκα ευζωνάκια ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Εβραιοπούλα Ένα Σαββάτο βράδυ, μια Kυριακή πρωί. βγήκα να σεργιανίσω μες στην Eβραιακή. Bλέπω μια Εβραιοπούλα και ελουζότανε, με ασημένιο τάσι περιχυνότανε και μ' ασημένιο χτένι ηδιαλυζότανε. Tης λέγω Εβραιοπούλα να γίνεις χριστιανή, να λούζεσαι Σαββάτο, ν' αλλάζεις Kυριακή και να μεταλαβαίνεις κάθε Σαρακοστή. Eγώ είμαι Εβραιοπούλα, δεν είμαι χριστιανή και πώς θα μεταλάβω κάθε Σαρακοστή; Eγώ θα σε βαφτίσω, να γίνεις χριστιανή, και να μεταλαβαίνεις Xριστού και τη Λαμπρή.
Εμένα μου το είπανε Εμένα μου το είπανε, κυρ Κωστάκη έλα κοντά, άνθρωποι μερακλήδες, έβγα να σε δω, να παρηγορηθῶ, άνθρωποι μερακλήδες, έβγα ταίρι μου και πιασ' το χέρι μου. Πως την καλύτερη ζωή, κυρ Κωστάκη έλα κοντά, την κάνουν οι μπεκρήδες, έλα πέρασε, παίξε και γέλασε, την κάνουν οι μπεκρήδες, δεν ξαναπερνώ 'πο τούτο το στενό. Αυτά τα μαύρα που φορείς, κυρ Κωστάκη έλα κοντά, δεν τα φορείς για λύπη, πάπια χήνα μου να 'χεις το κρίμα μου, δεν τα φορείς για λύπη, χήνα πάπια μου, να 'χεις τα πάθια μου. Μον' τα φορείς για ομορφιά, κυρ Κωστάκη έλα κοντά, και για ζαριφιλίκι, πάπια του γιαλού, μην αγαπάς αλλού, και για ζαριφιλίκι, πάπια του γιαλού, τι αγάπησες αλλού. • Εμένα μου το είπανε ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Έχε γεια πάντα γεια Στο Γαλατά ψιλή βροχή και στα Tαταύλα μπόρα βασίλισσα των κοριτσιών είναι η μαυροφόρα, έχε γεια πάντα γεια, τα μιλήσαμε, όνειρο ήτανε, τα λησμονήσαμε. Στο Γαλατά θα πιω κρασί, στο Πέρα θα μεθύσω, και μες απ’ το Γεντί Kουλέ κοπέλα θ’ αγαπήσω, Γεντί Kουλέ και Θαραπειά, Ταταύλα και Nιχώρι, αυτά τα τέσσερα χωριά ’μορφαίνουνε την Πόλη. • Έχε γεια πάντα γεια ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Έχεις φρύδια σαν γιοφύρια Έχεις φρύδια σαν γιoφύρια έχεις μάτια ζευτουνιά, σ’ έχουνε ζωγραφισμένη, αμάν, γκελ, αμάν, σ’ έχουνε ζωγραφισμένη στην Αγιά Σοφιά. Είσαι άσπρη σαν το χιόνι, λαμπερή σαν τη φωτιά, σ’ έχουνε ζωγραφισμένη, αμάν, γκελ, αμάν, σ’ έχουνε ζωγραφισμένη στην Αγιά Σοφιά. Άσπρη μου παχιά σουλτάνα την καρδιά μου ράγισες και το νου μου τον επήρες, αμάν, γκελ, αμάν, και το νου μου τον επήρες, και τον εβαλάντωσες. • ζευτουνιά = μεταξένια • Έχεις φρύδια σαν γιοφύρια ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ |
Θε' να ταξιδέψω πάλι
Θε’ να ταξιδέψω θέλω, έρι πάλι, στης Αττάλειας τα νερά, και μια ψαριανή κοπέλα, έρι πάλι, το μαντήλι της κουνά. Με τα ψαριανά καράβια, έρι πάλι, που 'χουν ναύτες λεβεντιά, που 'χουν ναύτες παλληκάρια, έρι πάλι, κι έχουν όρτσα τα πανιά. Είπα σου να φύγω θέλω, έρι πάλι, έλα ακλούθα με κι εσύ, κι ας βουλιάξει το καράβι, έρι πάλι, κι ας ρημάξει το νησί. • Θε' να ταξιδέψω πάλι ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Καροτσέρη τράβα Καροτσέρη τράβα να πάμε στα Ταταύλα, πόσα τάλληρα γυρεύεις να μας πας και να μας φέρεις. καροτσέρη τράβα, γρήγορα να πάμε, καροτσέρη τράβα ίσια να μας πας και στα Πατήσια, καροτσέρη να δυο λίρες για τις βόλτες που μας πήγες. • Καροτσέρη τράβα ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Καημένε δεντρολίβανε Καημένε δεντρολίβανε, κανείς νερό δεν σου 'βαλε, κανείς νερό δεν σου 'βαλε, καημένε δεντρολίβανε. Κανείς δεν σου ’βαλε νερό, κι ήρθα και σ’ εύρηκα ξερό, κι ήρθα και σ’ εύρηκα ξερό, κανείς δεν σου 'βαλε νερό. Καί σ’ άφησαν να μαραθείς απάνω π’ άρχισες ν’ ανθείς, απάνω π’ άρχισες ν’ ανθείς και σ’ άφησαν να μαραθείς. Σε φίλο σ’ άφησα πιστό, μα σ’ άφησεν απότιστο, μα σ’ άφησεν απότιστο, σε φίλο σ’ άφησα πιστό. Κι οι κοπελιές στη γειτονιά σου φέρθηκαν με απονιά, σου φέρθηκαν με απονιά κι οι κοπελιές στη γειτονιά. • Καημένε δεντρολίβανε ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Κάτω στο γιαλό Kάτω στο γιαλό, κάτω στο περιγιάλι, κόρην αγαπώ, ξανθή και μαυρομάτα, δώδεκα χρονώ κι ο ήλιος δεν την είδε, μον' η μάνα της Kανέλα τη φωνάζει, Kανελόριζα και άνθος της κανέλας, κόρη της μηλιάς τα μήλα φορτωμένη. Zήτησα κι εγώ να πάω να κόψω μήλα, μήλα δεν ηύρα μόν' τον καημό επήρα πέφτω σ' αρρωστιά. • Κάτω στο γιαλό ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ • Κάτω στο γιαλό ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΜΟΥΣΙΚΗ Μάιος Οργανικό Λέσβου • Μάιος ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Μπάλλος μαστίχα Στη σκάλα π' ανεβαίνεις βασιλικός ανθεί, και στον κατεβασμό σου κόψε μ' ένα κλωνί. Σγουρέ βασιλικέ μου με φύλλα πράσινα, ωχ, τραβώ τον έρωτά σου με χίλια βάσανα. Καλέ δεν με λυπάσαι, δεν με σπλαχνίζεσαι, που χάνω τη ζωή μου κι εσύ στολίζεσαι. Καημό μεγάλο έχω, σε ποιον να τον ειπώ, που μ' έχουν κλειδωμένο δυο μάτια π' αγαπώ. • Μπάλλος μαστίχα ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Παναγιά μου ένα παιδί Παναγιά μου ένα παιδί, όμπι, όμπι, όμπιμπι. Κυριακή την πρωτοείδα, Κυριακή τη γνώρισα, τη Δευτέρα και την Τρίτη την καρδιά μου ρώτησα, ω, ω, Παναγιά μου ένα παιδί, όμπι, όμπι, όμπιμπι, στην καρδιά μου έχει μπει, όμπι, όμπι, όμπιμπι. Τα ολόγλυκά της χείλη την Τετάρτη φίλησα και την Πέμπτη στη μαμά της πήγα και τη ζήτησα, ω, ω, Παναγιά μου ένα παιδί, όμπι, όμπι, όμπιμπι, στην καρδιά μου έχει μπει, όμπι, όμπι, όμπιμπι. Την Παρασκευή καδένα στο λαιμό της φόρεσα και το Σάββατο το βράδυ στα βιολιά τη χόρεψα, ω, ω, Παναγιά μου ένα παιδί, όμπι, όμπι, όμπιμπι, στην καρδιά μου έχει μπει, όμπι, όμπι, όμπιμπι. • Παναγιά μου ένα παιδί ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Συρτός πολίτικος οργανικό • Συρτός πολίτικος ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Σαν τα μάρμαρα της Πόλης Σαν τα μάρμαρα της Πόλης, βρ' αμάν ωχ αμάν, πού 'ναι στην Αγιά Σοφιά. Έτσι τά 'χεις ταιριασμένα μάτια φρύδια και μαλλιά. Αποφάσισα να γίνω στην Αγιά Σοφιά κουμπές. Να 'ρχονται να προσκυνάνε μαυρομάτες και ξανθές. • Σαν τα μάρμαρα της Πόλης ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΜΟΥΣΙΚΗ • Σαν τα μάρμαρα της Πόλης ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Σήμερα ψάλλουν εκκλησιές Σήμερα ψάλλουν εκκλησιές, ψάλλουν τα μοναστήρια, ψάλλει και η Aγιά Σοφιά μ’ εξήντα δυό καμπάνες. Κι ο βασιλιάς Αλέξαντρος βαριά ν’ αποκοιμήθη κι η μάνα του τον έλεγε και τον παρακαλούσε. Σήκω ψηλέ μ’, σήκω λιγνέ μ’, σήκω και βασιλιά μου, σήκω να πας στην εκκλησιά και στον καλό το λόγο. [οι πρώτες στροφές από την παραλογή του κριματισμένου]. • Σήμερα ψάλλουν εκκλησιές ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Στο 'πα και στο ξαναλέω Στό ’πα καί στό ξαναλέω στό γιαλό μήν κατεβεῖς, στό γιαλό κάνει φουρτούνα καί σέ πάρει καί διαβεῖς. Kι ἄν μέ πάρει καί μέ πάει κάτω στά βαθιά νερά, κάνω τό κορμί μου βάρκα καί τά χέρια μου κουπιά, τό μαντήλι μου πανάκι, μπαίνω, βγαίνω στή στεριά. Στό ’πα καί στό ξαναλέω μή μοῦ γράφεις γράμματα, γιατί γράμματα δέν ξέρω καί μέ πιάνουν κλάματα. • Στο 'πα και στο ξαναλέω ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Σύρε να πεις στη μάνα σου Σύρε να πεις στη μάνα σου να κάνει κι άλλη γέννα, να κάψει κι αλλουνού καρδιά ως έκαψε κι εμένα, αμάν, αμάν, όπα, γιάλα, τα ματάκια σου τα μαύρα, τα ματάκια σου τα μαύρα, που 'ν' όλο φωτιά και λαύρα. Όταν σ' εγέννα η μάνα σου ο ήλιος εκατέβη, σου 'δωσε χάρη κι ομορφιά κι ύστερα πάλι ανέβη, αμάν, αμάν, μπινταγιάλα, τα ματάκια σου τα μαύρα, τα ματάκια σου τα μαύρα, που 'ν' όλο φωτιά και λαύρα. Βλέπεις εκείνο το βουνό που άναψε και καίει, δεν ειν' φωτιά δεν ειν' καπνός, αγάπη είναι και κλαίει, αμάν, αμάν, μπινταγιάλα, τα ματάκια σου τα μαύρα, τα ματάκια σου τα μαύρα, που 'ν' όλο φωτιά και λαύρα. • Σύρε να πεις στη μάνα σου Τα παιδιά της γειτονιάς σου Παναγιώτης Τούντας Τα παιδιά της γειτονιάς σου με πειράζουνε, πάλι μεθυσμένος είσαι μου φωνάζουνε. Θα τα πιάσω να τα δείρω τα μπαγάσικα, θα τα δώσω δυο χαστούκια να ‘ναι χάσικα. Σαν μεθώ και πέφτω κάτω και λασπώνουμαι, βάζω μπρος τα δυο μου χέρια και σηκώνουμαι. Όλο ούζο, ούζο, ούζο, το βαρέθηκα, φέρτε κι ένα κονιακάκι, που τ' ορέχτηκα. • χάσικα = καλής ποιότητας (τουρκικά) • Τα παιδιά της γειτονιάς σου ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Το καραβάκι Tο καραβάκι, σανταλένια μ’ άιντε, το καραβάκι που ’ρχεται από με’ από μες από την Πόλη, κλαίει καρδιά, κλαίει καρδιά μ’ και δεν μερώνει. 2. Mέσα είναι κι ο, σανταλένια μ’ άιντε, μέσα είναι κι αφέντης μου, μέσα ει’ μέσα είναι κι ο καλός μου, τα ματά’ τα ματάκια και το φως μου. 3. Nερό του έχω, σανταλένια μ’ άιντε, νερό του έχω να λουστεί, και πουκά’ και πουκάμισο ν’ αλλάξει, στο λιμα’ στο λιμάνι σαν θ’ αράξει. • σανταλένια = μυρωδάτη, πολύτιμη (σανδαλόξυλο) • Το καραβάκι ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Τικ τακ Τικ, τικ, τικιτικιτάκ κάνει η καρδιά μου σαν σε βλέπω να διαβαίνεις τικ, τικ, τικιτικιτάκ, θέλω πουλί μου να μαντεύω πού πηγαίνεις, θέλω πουλί μου να σε ρωτήσω, φοβούμαι μη σε δυσαρεστήσω, γιατί όταν σου μιλώ αρχίζει της καρδιάς το τικ, τίκι, τικιτικιτάκ. Τικ, τικ, τικιτικιτάκ, αυτή η καρδιά σου με τρελαίνει, με μαγεύει, τικ, τικ, τικιτικιτάκ, θέλω πουλί μου να μαντέψω πού πηγαίνεις. θέλω πουλί μου να σε ρωτήσω… • Τικ τακ ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Τι σε μέλλει εσένανε Τι σε μέλλει εσένανε από πού είμαι εγώ, απ’ το Καραντάσι, φως μου, ή απ’ το Κορδελιό, τι σε μέλλει εσένανε, κι όλο με ρωτάς, από ποιο χωριό ειμ' εγώ αφού δε μ’ αγαπάς. Απ’ τον τόπο που είμαι εγώ ξεύρουν ν’ αγαπούν, ξεύρουν τον καημό να κρύβουν, ξεύρουν να γλεντούν, τι σε μέλλει εσένανε κι όλο με ρωτάς, από ποιο χωριό είμ' εγώ αφού δεν μ’ αγαπάς. Απ’ τη Σμύρνη έρχομαι να βρω παρηγοριά, να βρω στην Αθήνα μας αγάπη κι αγκαλιά, τι σε μέλλει εσένανε κι όλο με ρωτάς, από ποιο χωριό είμ' εγώ αφού δε μ’ αγαπάς. • Τι σε μέλλει εσένανε ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Τσαχπίνα περιβολαριά Τσαχπίνα περιβολαριά πες του περιβολάρη το γιασεμί που του ’στειλα, τσαχπίνα περιβολαριά, το γιασεμί που του ’στειλα καλά να το φυλάει, παρ’ τον ήλιο συντροφιά σου, το φεγγάρι ταίρι σου, η ζωή κι ο θάνατός μου κρέμοντ’ απ’ το χέρι σου. Να μην το βάλει στο βοριά και μαραθούν τα φύλλα γιατί εγώ το φύτεψα, τσαχπίνα περιβολαριά, για- τί εγώ το φύτεψα μ’ αγάπη και μ’ ελπίδα, παρ’ τον ήλιο συντροφιά σου, το φεγγάρι ταίρι σου, η ζωή κι ο θάνατός μου κρέμοντ’ απ’ το χέρι σου. Το διαμαντένιο δαχτυλίδι που φορείς στο χέρι κι εκείνο γράφει απάνω του, τσαχπίνα περιβολαριά, κι ε- κείνο γράφει απάνω του πως θα γενούμε ταίρι, άσπρη μου τριανταφυλλίτσα και κιτριά μου διαλεχτή, οι ομορφιές οπού ’χεις φως μου δεν μετριούνται στο χαρτί. • Τσαχπίνα περιβολαριά ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Υποψία να μην έχεις Υποψία να μην έχεις ότι πως δεν σ’ αγαπώ, κι εγώ χάνομαι για σένα μία ώρα αν δεν σε δω, συ μπαξές κι εγώ φυντάνι, να σ’ απαρνηθώ δεν κάνει, να σ’ απαρνηθώ δεν κάνει, συ μπαξές κι εγώ φυντάνι. Από τα μπεντένια πέφτω, πέφτω για να σκοτωθώ, κι η αγάπη μου φωνάζει, πιάστε τον για το Θεό. Σαν τη μαρμαροκολώνα στέκεις μες στην εκκλησιά και σε βλέπουν οι παπάδες και πετούνε τα χαρτιά. • Υποψία να μην έχεις ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ |